Το θράσος και τα τεράστια κενά λογικής του μικρού Ιάσονα δεν ξεπήδησαν από το πουθενά. Καλλιεργούνται χρόνια τώρα, εν μέσω της κυριαρχίας του παραλογισμού, του συναισθηματισμού και της δημόσιας υποβάθμισης της λογικής και του ορθολογισμού. Εγώ θεωρώ ότι ο μικρός Ιάσονας δεν λέει ψέμματα. Δεν προσπαθεί να κρύψει κάτι. Απαντά, με την ηθική και τις αξίες που μεγάλωσε. Σαν ένας κακομαθημένος άχρηστος που αρνείται να αναλάβει τις ευθύνες του όταν κάποιος του τις δείχνει κατάμουτρα. Ο μικρός Ιάσονας, δεν έμαθε ποτέ του να συντάσσει ένα κείμενο της προκοπής, οπότε στην «απάντησή» του μαρτυρούμε ένα κλασσικό εφηβικό κατεβατό που ξεκινάει με μία ιστορική αναδρομή ποινικοποίησης της περιόδου της «ευημερίας» και μετά ξεφεύγει σε ένα συναισθηματικό, οργισμένο παραλλήρημα, σχεδόν αστείο σε αρκετά σημεία που θα ζήλευε κάθε τσαντισμένο 15χρονο.
Αυτό όμως, με χαροποιεί ιδιαίτερα γιατί, διαβάζοντας την «απάντησή» του, με εξόργισε τόσο πολύ, που μου δίνει το δικαίωμα να του απαντήσω στον ίδιο συναισθηματικό, δραματικό και άνευ ουσίας τόνο.
Άκου λοιπόν μικρέ Ιάσονα. Στις καταλήψεις του 1991, τότε που εσύ ήσουν τριών χρονών, κι εγώ μέλος 15μελούς και κατέβαινα για πρώτη φορά σε πορεία στο κέντρο, είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τους ανθρώπους που βρίσκονταν πίσω από τέτοιες καταστάσεις. Γνώρισα λοιπόν καθηγητές που είχαν να πατήσουν στο σχολείο χρόνια, αλλά όντας μαχητικοί συνδικαλιστές, είχαν εξασφαλισμένο το μηνιάτικο μισθό τους (εις βάρος όλων των φορολογούμενων) έχοντας χάσει όμως κάθε επαφή με την επιστήμη τους. Αυτοί οι απίθανοι τύποι λοιπόν, όποτε έπαιρναν εντολή από το Κόμμα, εμφανίζονταν ως δια μαγείας από το πουθενά με σκοπό να διαταρράξουν την ομαλή λειτουργία του σχολείου. Αυτοί, πούλαγαν παραμύθια σε εμάς, κι εμείς με τη σειρά μας, κάναμε κατάληψη. Μας βοηθούσαν να συντάξουμε και 1-2 χαζοαιτήματα, οπότε όταν μας ρώταγε κανείς, την παπαγαλία την είχαμε στο τσεπάκι.
Επειδή λοιπόν, από τόσο μικρή ηλικία κατάλαβα ότι αυτό παίζει και στο Πανεπιστήμιο, αλλά και στην μετέπειτα επαγγελματική ζωή, αποφάσισα να πάω να σπουδάσω έξω. Όχι ως υπεράνω ή επειδή είχα την ωριμότητα της απόφασής μου. Απλά επειδή αυτό που ήθελα να σπουδάσω το αγαπούσα πολύ, ήθελα να βεβαιωθώ ότι θα το κάνω σωστά.
Από το δεύτερο έτος κι όλας, ήμουν οικονομικά ανεξάρτητος, με ένα εξαντλητικό ωράριο που συνδύαζε σπουδές, μελέτη και δουλειά για τα επόμενα χρόνια. Αξιώθηκα και μία υποτροφία για μεταπτυχιακές σπουδές, οπότε εκείνη την χρονιά κατάφερα να είμαι λίγο πιο άνετα οικονομικά.
Επέστρεψα στην Ελλάδα την εποχή της «ευημερίας» όπως σωστά χαρακτηρίζεις κι εσύ. Τότε που ο δικομματισμός μεσουρανούσε και τα διακοποδάνεια έβγαιναν με το κιλό. Αλλά ακόμα και τότε, εμένα με χάλαγε κάτι πολύ περισσότερο από το κομματοκρατικό Κράτος και το κρατικοδίαιτο πελατολόγειό του. Με χάλαγε η έλλειψη αξιοκρατίας. Παντού όμως. Στο δημόσιο, στον ιδιωτικό τομέα, σε χαμηλές ή ψηλές θέσεις. Μία ολόκληρη κοινωνία βουτηγμένη στην αναξιοκρατία και την αδικία. Και ακόμα περισσότερο με χάλαγαν κάποιοι συνάδελφοι που ενώ είχαν διοριστεί με μέσο, δεν είχαν την εντιμότητα να κρατάνε χαμηλό το βλέμμα. Όχι. Η αξία που πρόττασαν για τους εαυτούς τους ήταν το μέσο. «Εμένα με έφερε εδώ ο τάδε οπότε σας έχω όλους γραμμένους. Και μη μου κουνιέται και κανείς γιατί θα μιλήσω στον τάδε και θα χάσετε τη δουλειά σας».
Αυτό ονομάζεται ρουφιανιλίκι, αγαπητέ επαναστάτη του κώλου. Όχι να βγάζεις στη φόρα κάτι που ισχύει. Αλλά να χρησιμοποιείς τον γνωστό σου (συγγενή, ιδεολογικό σύντροφο, κολλητό, κλπ) για να πατήσεις εσύ πάνω στο πτώμα του άλλου. Μία μέθοδο που ο φασισμός και η δική σου ιδεολογική σαλάτα εναγκαλιάζουν εγκάρδια. Να μην χρησιμοποιείς τις γνώσεις και τις δεξιοτεχνίες σου, αλλά να τρέχεις και να κρύβεσαι πίσω από τον κομματικό νταβατζή σου, όταν η ζωή στα φέρνει λίγο πιο άβολα.
Την ώρα που ο «κατάκοπος» αδερφός σου από τις καταλήψεις, σου διάβαζε παραμυθάκια του Μαρξ για να γουστάρεις, κάποιοι ιδρώναμε σε πραγματικές σπουδές και δουλειές, προκειμένου να βάλει ο καθένας και από ένα λιθαράκι να γίνει έστω και λίγο καλύτερη αυτή η χώρα. Για να είμαστε οικονομικά ανεξάρτητοι και να έχουμε όρεξη και διάθεση να προσφέρουμε σε εμάς, στις οικογένειές μας και στην ευρύτερη κοινωνία μας. Αγνοώντας τα κομματόσκυλα του συναφιού σου που ανέκαθεν το μόνο που είχαν να επιδείξουν ήταν καταστροφή, μιζέρια, συντηρητισμό και οπισθοδρομικότητα. Κρυμμένα πίσω από ντουντούκες και θεωρητικά μανιφέστα επιπέδου καφενείου. Γι' αυτό και το ιδεολογικό συνάφι σου θεωρεί «ρετσινιά» την αριστεία. Επειδή η αριστεία, ή έστω και η κοινή λογική, αναδεικνύουν το καραγκιοζιλίκι της ντουντούκας και του αποτελέσματός της.
Έτσι έρχεται η πρόοδος, η επιστημονική, η οικονομική και η κοινωνική και όχι κουνώντας το δάχτυλο, ως ένας κλασσικός, κακομαθημένος, βολεμένος, Ελληναράς, σε όσους ζητάνε δίκαιη μεταχείριση στο δικαίωμά τους για εργασία.
Το ακόμα τραγικότερο σε όλα αυτά, μικρέ Ιάσονα, είναι ότι είσαι μικρός. Ότι η δική σου γενιά, θα έπρεπε προ πολλού να είχε φτύσει την προηγούμενη για αυτό το χάλι που έχουν φτιάξει για χώρα. Και τελικά η δική σου γενιά, όχι μόνο συνεχίζει το καταστροφικό έργο των προηγούμενων, αλλά το βελτιώνει! Το κάνει πιο ξεδιάντροπα. Πλέον, αρκεί ένας κακομαθημένος άχρηστος σαν του λόγου σου να βγει και να αποκαλέσει μαλάκες 1,5 εκατομμύριο άνεργους, μεταξύ των οποίων αρκετές χιλιάδες με πολλαπλάσια προσόντα από εσένα και το σόι σου και να μην ανοίξει ρουθούνι. Κρίμα, γιατί αν μπορούσες να συντάξεις έστω και μία πρόταση με περιεχόμενο, θα μπορούσες να αναπτύξεις αυτή την τεχνική σε ένα διδακτορικό ας πούμε και να γίνεις διάσημος. Να μάθεις και σε άλλους πολιτικάντηδες, σαν του λόγου σου, πώς γίνεται να προσβάλλεις τις σπουδές, τη δουλειά, το μόχθο και την αξιοπρέπεια εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων και αυτοί αντί να σε πάρουν με τις πέτρες, να καταπίνουν την οργή τους. Το Κόμμα και ο Πατερούλης θα πρέπει να είναι πολύ υπερήφανοι για σένα αγόρι μου. Να σε χαίρονται.