Βρίσκεστε εδώ:Αρχική>>Υγεία>>Βρεφική ψυχική υγεία, Μέρος I – Θεωρία

banner roots

Βρεφική ψυχική υγεία, Μέρος I – Θεωρία
05.02.2018 | 09:19

Βρεφική ψυχική υγεία, Μέρος I – Θεωρία

Συντάκτης:  Παναγιώτης Σκαπέτης
Κατηγορία: Υγεία

Γράφει η Φανή Λούγκλου,
ΜΑ Κλινική Ψυχολόγος - Παιδοψυχολόγος

Η Βρεφική Ψυχική Υγεία (ΒΨΥ) είναι η υγιής κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των βρεφών και των παιδιών προσχολικής ηλικίας.

. Είναι η αναπτυσσόμενη ικανότητα του παιδιού, από τη γέννηση ως τα 3 έτη, να βιώνει, να διαχειρίζεται και να εκφράζει συναισθήματα, να δημιουργεί στενές και ασφαλείς σχέσεις, να εξερευνεί και να κατακτά το περιβάλλον και να μαθαίνει – όλα στα πλαίσια της οικογένειας, της κοινότητας και των πολιτιστικών απαιτήσεων σε σχέση με τα παιδιά (Force, 2001).

• Ο όρος «αναπτυσσόμενη ικανότητα» δηλώνει τους ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης και αλλαγής κατά τα 3 πρώτα έτη.

• Τα βρέφη και τα παιδιά προσχολικής ηλικίας εξαρτώνται από τους ενήλικες να τα βοηθήσουν να βιώσουν, να διαχειριστούν και να εκφράσουν συναισθήματα.

• Μέσα από στενές και ασφαλείς διαπροσωπικές σχέσεις με τους γονείς και άλλους σημαντικούς ενήλικες, τα βρέφη και τα μικρά παιδιά μαθαίνουν τι περιμένουν οι άλλοι από αυτά και τι να περιμένουν τα ίδια από τους άλλους.

• Η επιθυμία για εξερεύνηση και κατάκτηση/κατανόηση του περιβάλλοντος που ζει το παιδί είναι έμφυτη. Η ενεργή συμμετοχή των βρεφών και των παιδιών στη μάθηση και την ανάπτυξή τους είναι σημαντικό κομμάτι της ψυχικής τους υγείας.

• Η οικογένεια και η κοινότητα είναι τα πλαίσια όπου τα παιδιά μαθαίνουν να μοιράζονται και να επικοινωνούν τα συναισθήματά τους και τις εμπειρίες τους και αναπτύσσουν σιγά-σιγά την αυτοεκτίμησή τους. Η αίσθηση ικανότητας, χρησιμότητας και ατομικής αξίας είναι επίσης πολύ σημαντικό κομμάτι για την ψυχική υγεία.

Άρα η ΒΨΥ έχει τις ρίζες της στην κατανόηση ότι η ανάπτυξη είναι το αποτέλεσμα των χαρακτηριστικών των παιδιών, της σχέσης τους με τους γονείς και του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο αυτές οι σχέσεις αναπτύσσονται και ξεδιπλώνουν.

Στα πρώτα χρόνια ζωής μπαίνουν τα θεμέλια όλης της ανάπτυξης του παιδιού. Από τη στιγμή της σύλληψης ως τη στιγμή που το παιδί θα ξεκινήσει το σχολείο, η ανάπτυξη είναι εξαιρετικά γρήγορη – οι ρυθμοί είναι πολύ πιο γρήγοροι από κάθε άλλο στάδιο της ζωής. Σε αυτή την περίοδο, συμβαίνει η πιο μεγάλη εξέλιξη του εγκεφάλου και τα παιδιά αποκτούν την ικανότητα να σκέφτονται, να μιλούν και να μαθαίνουν (NationalResearchCouncilandInstituteofMedicine, 2000).

Οι πρώτες εμπειρίες, όπως και οι πρώτες σχέσεις, επηρεάζουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου στην κυριολεξία, διαμορφώνοντας τους νευρικούς συνδέσμους στον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο του βρέφους. Οι υγιείς σχέσεις έχουν μακρόχρονα θετικά αποτελέσματα στην υγιή ανάπτυξη και συμβάλλουν στη γνωστική, κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των βρεφών και των μικρών παιδιών.

Διαπιστώνουμε ότι δίνεται πολύ μεγάλη σημασία στην ποιότητα της σχέση του παιδιού με τους γονείς – στην προσκόλληση που δημιουργείται ανάμεσά τους.

Προσκόλληση είναι ο όρος που χρησιμοποιείται προκειμένου να περιγράψουμε το συναισθηματικό δεσμό που αναπτύσσεται μέσα στο χρόνο ανάμεσα στο παιδί και τους γονείς του (Bowlby, 1969). Το βρέφος έχει την τάση να χρησιμοποιεί τους γονείς ως «ασφαλή βάση» για την υγιή του ανάπτυξη. Για παράδειγμα, ένα βρέφος που τρόμαξε από έναν δυνατό ήχο και κλαίει, μπορεί να ηρεμήσει στην αγκαλιά του γονιού.

Μέσα από επαναλαμβανόμενες στιγμές σταθερής ανταπόκρισης στις ανάγκες του μωρού, το βρέφος μαθαίνει να εμπιστεύεται τους γονείς του και όσους το φροντίζουν (Egeland&Erickson, 1999). Με την ικανότητα να προβλέπουν ότι θα είναι ασφαλή και προστατευμένα, τα υγιή συναισθηματικά παιδιά μπορούν να εξερευνήσουν το περιβάλλον τους και να αναζητήσουν και να επιστρέψουν στην ασφαλή τους βάση, αν αισθανθούν κίνδυνο.

Όταν ο κίνδυνος περάσει, η ανάγκη για επιστροφή στην ασφαλή βάση μειώνεται, αλλά μόνο όταν το μωρό είναι σίγουρο ότι ο ενήλικας θα είναι πάντα εκεί, αν τον χρειαστεί. Όταν τα βρέφη και τα παιδιά νιώθουν ασφάλεια, μπορούν να στρέψουν την προσοχή τους σε άλλες δραστηριότητες που προωθούν τη μάθηση και την κοινωνικοποίηση. Επίσης, μπαίνουν οι βάσεις για την ανάπτυξη της ενσυναίσθησης και του σεβασμού.

Η σχέση με τους γονείς έχει μεγάλη επιρροή στη μάθηση και την ανάπτυξη τα πρώτα χρόνια της ζωής, καθώς αποτελεί το παράδειγμα για όλες τις σχέσεις που θα δημιουργήσει το παιδί. Είναι σημαντική για την ανάπτυξη της εμπιστοσύνης, της ενσυναίσθησης, της γενναιοδωρίας και του σεβασμού. Η σχέση αυτή αποτελεί το πλαίσιο που υποστηρίζει την ανάπτυξη της υγειούς περιέργειας, του κινήτρου, της επιμονής, της συνεργασίας, της φροντίδας και των ικανοτήτων επίλυσης συγκρούσεων (Greenough, etal., 2001)

Επίσης, καθώς το παιδί μεγαλώνει,η θετική σχέση με τους γονείς ενισχύει την αυτοεικόνα του. Μια δυνατή, θετική εικόνα του εαυτού δίνει στο παιδί την ψυχική ανθεκτικότητα που χρειάζεται για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της ζωής.

Ο ασφαλής συναισθηματικός δεσμός ανάμεσα στους γονείς και το παιδί παίζει ρόλο και στη διαχείριση των συναισθημάτων (EgelandandBosquet, 2001). Επειδή τα πολύ μικρά παιδιά δεν μπορούν να ελέγξουν μόνα τους τα συναισθήματά τους, χρειάζονται τη βοήθεια των γονιών. Οι γονείς που ανταποκρίνονται σε αυτή την ανάγκη με επιτυχία προσφέρουν στο βρέφος και στο παιδί προσχολικής ηλικίας την ανακούφιση που δεν μπορεί να βρει μόνο του και χτίζουν σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στους ίδιους και το παιδίτους (EgelandandErickson, 1999).

 

Ακολουθήστε το limnosfm100.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Μοιραστείτε το