Η Άννα Παναγιωτοπούλου γεννήθηκε στην Κυψέλη. Από τα παιδικά της χρόνια ήθελε να γίνει ηθοποιός.
Μεγάλωσε σε μεγαλοαστικό περιβάλλον, το οποίο δεν είχε καμία σχέση με το θέατρο, ενώ και οι γονείς της δεν ήθελαν να ασχοληθεί με κάτι τέτοιο. Όταν την έστειλαν στην Ελβετία για σπουδές, γύρισε κρυφά και έδωσε εξετάσεις στο Εθνικό.
Μαζί με τον Σταμάτη Φασουλή και μια θρυλική τάξη υπήρξαν βασικά μέλη στο Ελεύθερο Θέατρο -σχεδόν από τις απαρχές του- και πρωταγωνίστησαν στην πρώτη του μεγάλη επιτυχία «Και συ χτενίζεσαι», που το έκανε γνωστό και αγαπητό στο ευρύ κοινό. Ανέβαζαν παραστάσεις ποικίλου ρεπερτορίου, από Μπρεχτ μέχρι Χουρμούζη. Μόνιμη «στέγη» απέκτησαν όταν πήγαν στο Άλσος Παγκρατίου. Η Αθήνα γνώρισε ένα άλλο είδος θεάτρου και μια νέα προσέγγιση της επιθεώρησης.
Το 1980, το Ελεύθερο Θέατρο σταμάτησε και ιδρύθηκε η Ελεύθερη Σκηνή, από την Άννα Παναγιωτοπούλου και τον Σταμάτη Φασουλή, που επρόκειτο ουσιαστικά για μια μετονομασία του Ελεύθερου Θεάτρου. Η Άννα Παναγιωτοπούλου συνέχισε με επιθεωρήσεις, στις οποίες έπαιζε αλλά έγραφε και θεατρικά νούμερα που άφησαν εποχή.
Ευρέως γνωστή έγινε μέσω της συμμετοχής της σε τηλεοπτικές σειρές, αρχικά στη κρατική και στη συνέχεια στην ιδιωτική τηλεόραση. Σταθμός της καριέρας της και αλησμόνητη μέχρι σήμερα είναι η ερμηνεία της της «Μαντάμ Σουσού» στην ομότιτλη διασκευή του μυθιστορήματος του Δημήτρη Ψαθά τη σεζόν 1986-87 (μαζί με τους Θανάση Παπαγεωργίου, Άγγελο Αντωνόπουλο, Νατάσα Ασίκη κ.ά.).
Τεράστια επιτυχία σημείωσαν επίσης οι σειρές: Οι τρεις Χάριτες (με τις Μίνα Αδαμάκη, Νένα Μεντή) και Ντόλτσε Βίτα (μαζί με την Κατιάνα Μπαλανίκα και τη Μαρία Καβογιάννη), που θεωρούνται ''κλασικές''.
Στην τηλεόραση έχει εμφανιστεί ακόμα στις σειρές "Safe Sex", "Το κλάμα βγήκε απ' τον παράδεισο", "Οξυγόνο", "Αυστηρώς Κατάλληλο" κ.ά.
Στο θέατρο πρωταγωνίστησε σε πρόζες, επιθεωρήσεις σύγχρονα ελληνικά και ξένα έργα.
Η αναγνωρισιμότητα με τρελαίνει. Μ' αρέσει που αρέσω στον κόσμο, αυτή είναι η δουλειά μου, αλλά συγχρόνως με κάνει και ντρέπομαι. Η τηλεόραση δεν φτιάχνει σταρ, φτιάχνει συγγενείς. Ένα παιδάκι με ρώτησε κάποτε «με ξέρεις;» «Όχι» του απάντησα. «Τότε γιατί σε ξέρω εγώ;» Μπαίνουμε στα σπίτια απρόσκλητοι, έλεγε στη LIFO.
Πηγή: lifo.gr