Ο κάτοικος του νησιού σημειώνει στο μήνυμα του:
«Ο πατέρας μου είναι 56 χρόνων. Σήμερα το πρωί βγήκε για περπάτημα, όπως συνηθίζει κάθε πρωί, και παράλληλα πήρε έναν καφέ και θέλησε να επιστρέψει σπίτι. Στον δρόμο της επιστροφής τον σταμάτησαν για έλεγχο 2 αστυνομικοί.
Ο πατέρας μου φορούσε μάσκα κανονικά και τους έδειξε το μήνυμα (είχε στείλει το 6 ). Οι αστυνομικοί επειδή κρατούσε μια σακούλα ψωμί στο χέρι του, θεώρησαν ότι έχει στείλει λάθος νούμερο και του είπαν πως θα έπρεπε να είχε στείλει το 2.
Ο πατέρας μου τους εξήγησε ότι το ψωμί, του το δώσε η μητέρα μου η οποία ήταν στη δουλεία της και του το δώσε για να το φέρει σπίτι . Άδικα προσπαθούσε όμως να τους εξηγήσει, γιατί όπως φάνηκε είχαν ήδη αποφασίσει να του επιβάλουν το πρόστιμο των 300 ευρώ, για άσκοπη μετακίνηση.
Του ανέφεραν ότι το 6 είναι για σωματική άσκηση και ότι θα έπρεπε να φοράει φόρμες και αθλητικά παπούτσια. Ο πατέρας φανερά φορτισμένος γιατί τον έπνιγε τον δίκιο και μην μπορώντας να ξεσπάσει βούρκωσε.
Και εδώ έρχομαι εγώ και λέω, στόχος των περιοριστικών μέτρων είναι να φοράμε μάσκες, να κρατάμε αποστάσεις και να αποφεύγουμε άσκοπες μετακινήσεις. Οπότε αν είναι να τιμωρήσεις κάποιον το κάνεις με σκοπό να παραδειγματιστεί και να μην το ξανακάνει.
Για ποιο λόγο να τιμωρήσεις έναν άνθρωπο ηλικιωμένο, τον στενοχωρήσεις, του δημιουργείς οικονομικό πρόβλημα, γιατί 300 ευρώ είναι σχεδόν μίσος μισθός ενός μηνιάτικου, ενώ και τη μάσκα του φορούσε και μήνυμα είχε στείλει;
Πέρα από όλα, είμαστε άνθρωποι όχι ρομπότ. Να έχουμε κατανόηση στον συνάνθρωπο. Δεν είμαστε άψυχα όντα, αλλά δυστυχώς μόνο αν συνέβαινε στους δικούς τους πατεράδες θα μπορούσαν να καταλάβουν πως νιώθω.
Λυπάμαι!»